Σύμφωνα με την ανάλυση των ισολογισμών των 62 αμιγώς βιομηχανικών και εμποροβιομηχανικών μεγαλύτερων πωλήσεων του κλάδου του φαρμάκου, που πραγματοποίησε το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ), η φαρμακοβιομηχανία χαρακτηρίζεται ως ο μοναδικός σε ανάπτυξη παραγωγικός κλάδος της χώρας.
Η παραγωγή του φαρμακευτικού κλάδου, όπως προκύπτει από την ανάλυση των οικονομικών αποτελεσμάτων, αυξήθηκε συνολικά κατά 16,2%. Παράλληλα αυξήθηκε η εξωστρέφεια του κλάδου με εξαγωγές στο εξωτερικό (Ευρωπαϊκές χώρες, Ασία, Αμερική αλλά και Αφρική).
Σύμφωνα με την ανάλυση οι κερδοφόρες επιχειρήσεις του κλάδου ήταν 50, αντιπροσωπεύοντας το 80,6% του συνόλου. Οι επιχειρήσεις αυτές εμφανίζουν καθαρά κέρδη ύψους 175,9 εκατ. ευρώ και 12 ζημιογόνες (19,4%) παρουσιάζουν ζημιές ύψους 14,2 εκατ. ευρώ, με συνέπεια να προκύπτουν συνολικά καθαρά κέρδη ύψους 161,7 εκατ. ευρώ έναντι συνολικών καθαρών κερδών 115,4 εκατ. ευρώ το 2008.
Στις τρεις πρώτες θέσεις με κριτήριο τις υψηλότερες πωλήσεις βρίσκονται η ALAPIS (479,7 εκατ. ευρώ) που είναι και εμπορική κατά κύριο λόγο, η ΒΙΑΝΕΞ (376,9 εκατ. Ευρώ) η οποία διέθεσε σε διεθνείς οίκους φαρμάκων το 55% του όγκου της παραγωγής της και αναπτύσσει στην Πάτρα τον ελληνικό τεχνοβλαστό El Drug και η Boehringer Ingelheim Ελλάς (266,5 εκατ. ευρώ), μοναδική θυγατρική πολυεθνικής που παράγει φάρμακα σε ιδιόκτητη μονάδα της στην Ελλάδα
Αναλυτικά τα στατιστικά στοιχεία όπως αναφέρονται σε σχετική δημοσίευση της ανάλυσης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ είναι τα εξής:
«Η καθαρή κερδοφορία των 62 εταιρειών βελτιώθηκε κατά 46,3 εκατ. ευρώ σε αξία και κατά 40% σε ποσοστό. Ωστόσο, αν απομονωθεί η επίδραση των αποτελεσμάτων μιας εταιρείας (Lavipharm), η οποία το 2008 είχε καταγράψει για εξωλειτουργικούς λόγους καθαρή ζημιά 50,4 εκατ. ευρώ και το 2009 περιόρισε στα 2,3 εκατ. ευρώ τη ζημιά της, προκύπτει μείωση των καθαρών κερδών κατά 1%.
Eπίσης, οι 62 επιχειρήσεις παρουσιάζουν διψήφια ποσοστιαία άνοδο των λειτουργικών κερδών προ και μετά αποσβέσεων. Ωστόσο, αν απομονωθεί η επίδραση των αποτελεσμάτων μιας εταιρείας (Alapis), η οποία το 2009, εν πολλοίς λόγω απορρόφησης άλλης επιχείρησης, παρουσίασε αύξηση των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) κατά 105,6 εκατ. ευρώ και των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) κατά 52,4 εκατ. ευρώ, προκύπτει μεσαία μονοψήφια ποσοστιαία αύξηση της λειτουργικής κερδοφορίας. Από την ανάλυση των στοιχείων του συγκεντρωτικού ισολογισμού των 62 επιχειρήσεων συνάγεται ότι ο κλάδος το 2009 διατήρησε σε ικανοποιητικά επίπεδα την αποδοτικότητά του, αξιοποιώντας τη σημαντική άνοδο του όγκου της παραγωγής του.
Συγκεκριμένα, κατεγράφησαν αύξηση των εσόδων και των μεικτών κερδών κατά 6%, των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) κατά 28% (4% εξαιρουμένης της Alapis), των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) κατά 22% (6% εξαιρουμένης της Alapis), των κερδών προ φόρων κατά 35% (7% εξαιρουμένης της Lavipharm) και των καθαρών κερδών κατά 40% (-1% εξαιρουμένης της Lavipharm).
Αναλυτικότερα, οι 50 κερδοφόρες πραγματοποίησαν συνολικές πωλήσεις 2,73 δισ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 94,1% των συνολικών των 62 επιχειρήσεων του κλάδου. Οι πωλήσεις των 12 ζημιογόνων ήταν ύψους 175,8 εκατ. ευρώ (5,9%).
41 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2008, παρέμειναν και κατά το 2009 κερδοφόρες, πραγματοποιώντας όμως καθαρά κέρδη ύψους 168,2 εκατ. ευρώ έναντι 189,2 εκατ. ευρώ το 2008, μειωμένα κατά 21 εκατ. ευρώ.
Πέντε επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2008 με κέρδη 0,6 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2009 ζημιές ύψους 0,4 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι απώλειες ύψους 1 εκατ. ευρώ.
Επτά επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2008, παρέμειναν και κατά το 2009 ζημιογόνες, πραγματοποιώντας ζημιές 13,8 εκατ. ευρώ έναντι 66,3 εκατ. ευρώ το 2008, μειωμένες έτσι κατά 52,5 εκατ. ευρώ - ποσό που υπερκαλύπτει τη βελτίωση των συνολικών καθαρών αποτελεσμάτων του κλάδου.
Εννιά επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2008 με ζημιές 8,1 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2009 κέρδη της τάξης των 7,7 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι ωφέλεια ύψους 15,8 εκατ. ευρώ. Οι συνολικές πωλήσεις εμφανίζονται κατά 6% αυξημένες (+167,4 εκατ. ευρώ) χάρη στην άνοδο των πωλήσεων της πλειονότητας των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, αυτές που τις αύξησαν ήταν 44 (71%), καθώς οι υπόλοιπες 18 (29%) είδαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται».
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ