Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα έρευνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα έρευνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Επιστήμονες αμφισβητούν την βαρύτητα του ρόλου της άσκησης στην πρόληψη της παχυσαρκίας

Ερευνητές αμφισβητούν το συμπέρασμα ότι η έλλειψη άσκησης είναι που κάνει τα παιδιά να παχαίνουν. Μέσα από μία 11ετή έρευνα σε 200 παιδιά οι ερευνητές καταλήγουν ότι είναι το αντίθετο που συμβαίνει τελικά. Δηλαδή ότι η αύξηση του βάρους των παιδιών είναι που απομακρύνει τα παιδιά από την άσκηση.

Η έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Archive of Diseases in Childhood, συμπεραίνει ότι τα προγράμματα για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας, ίσως θα έπρεπε να επικεντρωθούν περισσότερο στη διατροφή παρά στην άσκηση.

Η έρευνα τονίζει ότι δεν υπάρχει αμφιβολία σχετικά με το έαν υπάρχει σύνδεσμος μεταξύ άσκησης και αύξησης βάρους. Και δεν υποστηρίζει ότι η άσκηση δεν κάνει καλό στα παιδιά. Ωστόσο το ερώτημα που θέτει είναι αν τελικά η άσκηση πρέπει να έχει τέτοια βαρύτητα σχετικά με την καταπολέμηση της παχυσαρκίας.

Οι ερευνητές από την Ιατρική Σχολή της Peninsula στο Plymouth, παρακολούθησαν την πορεία 200 παιδιών από τα σχολεία της περιοχής για 11 χρόνια προκειμένου να διεξάγουν την έρευνα με το όνομα EarlyBird Diabetes.

Στα πλαίσια της μακρόχρονης έρευνας, παρακολούθησαν το βάρος και την άσκηση των παιδιών σε τακτά χρονικά διαστήματα. Βρήκαν ότι η περισσότερη άσκηση δεν επηρέαζε το βάρος των παιδιών, αλλά ότι τα παιδιά που έπαιρναν βάρος έτειναν να μειώνουν την άσκησή τους.

Τα ευρήματα δείχνουν πως 10% περισσότερο βάρος σε ένα παιδί 7 ετών οδηγεί σε 4 λεπτά μέσο όρο λιγότερης ήπιας ή έντονης άσκησης την ημέρα. Ο επικεφαλής της έρευνας, Καθηγητής Terry Wilkin τονίζει πως αυτό μπορεί να μην φαίνεται πολύ αλλά πως επεκτείνεται με το πέρασμα των χρόνων.

«Η ήπια και φυσική άσκηση στα αγόρια είναι καταναλώνει κάτι λιγότερο από μία ώρα από το χρόνο τους την ημέρα, ενώ για τα κορίτσια ο χρόνος αυτός είναι μόλις 45 λεπτά την ημέρα. Οπότε δεν είναι τόσο ασήμαντος ο χρόνος που κερδίζεται σε άσκηση όταν ένα παιδί έχει χαμηλότερο βάρος. Και φυσικά αυτό αφορά την ενέργεια που καταναλώνεται μέρα με τη μέρα, βδομάδα με τη βδομάδα κι έτσι η ισορροπία διαταράσσεται σε σημαντικό βαθμό», δήλωσε ο Wilkin.

Η έρευνα υποθέτει ότι τα υπέρβαρα παιδιά αναπτύσσουν μια αρνητική εικόνα για το σώμα τους καθώς κερδίζουν βάρος και γι’ αυτό ίσως προτιμούν να απέχουν από τα σπορ. Επίσης συμφωνεί μα την άποψη ότι τα υπέρβαρα παιδιά μπορεί να νιώθουν ενοχλήσεις ή πόνους την ώρα που αθλούνται.

Ο κ. Wilkin υποστηρίζει ότι οι πολιτικές για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας θα πρέπει να επικεντρωθούν στην διατροφή περισσότερο παρά στην αύξηση της άσκησης, τονίζοντας πως αυτό είναι το κλειδί στη μάχη κατά της παχυσαρκίας.

Ωστόσο αρκετοί ειδικοί πιστεύουν ότι η άσκηση παίζει ρόλο στο να βοηθήσει τα παιδιά να χάσουν βάρος. Για παράδειγμα η καθηγήτρια Andy Ness από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, η οποία έχει επίσης ερευνήσει τον σύνδεσμο μεταξύ παχυσαρκίας και άσκησης, χαρακτήρισε σε σχολιασμό της για το BBC τα ευρήματα της έρευνας εν μέρει σωστά καιθώς οι δικές της έρευνες έχουν δείξει πως το βάρος και η άσκηση είναι περισσότερο ένας συνδυασμός που συμβάλει στην πρόληψη ή στην ανάπτυξη της παιδικής παχυσαρκίας.

Παρασκευή 14 Μαΐου 2010

Βρέθηκε νέος τρόπος ενίσχυσης της «καλής» χοληστερόλης σε ποντίκια

Δύο ερευνητικές ομάδες ανακάλυψαν έναν νέο τρόπο να αυξήσουν τα επίπεδα της λεγόμενης και «καλής» χοληστερόλης (HDL χοληστερόλη) σε ποντίκια, όπως ανακοίνωσαν στις 13 Μαΐου 2010, δίνοντας ελπίδα για νέους τρόπους πρόληψης των καρδιακών νοσημάτων στους ανθρώπους.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ένα μικρό μέρος γενετικού υλικού, ένα microRNA, φαίνεται να ρυθμίζει την παραγωγή της HDL χοληστερόλης. Χρησιμοποιώντας λοιπόν κάποιου είδους γενετική θεραπεία για να εμποδίσουν αυτήν την διαδικασία ελέγχου της παραγωγής μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα της «καλής» χοληστερίνης σε ποντίκια.

«Η έρευνά μας εντόπισε ένα νέο γενετικό μονοπάτι στη ρύθμιση των επιπέδων της HDL χοληστερόλης», δήλωσε η Kathryn Moore από το New York University Langone Medical Center που εργάστηκε σε μία από τις δύο έρευνες που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Science.

Τα υφιστάμενα φάρμακα για την αύξηση της «καλής» χοληστερόλης, όπως η νιασίνη, τείνουν να προκαλλούν δυσάρεστες παρενέργειες, όπως οι εξάψεις. Αν και πολλές φαρμακευτικές εταιρείες προσπαθούν να ανακαλύψουν καλύτερα φάρμακα για την αύξηση των επιπέδων της HDL χοληστερόλης στον οργανισμό, λίγες τα έχουν καταφέρει ως τώρα.

Τα χαμηλά επίπεδα της HDL χοληστερόλης μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο η «κακή» ή LDL χοληστερόλη να προσκοληθεί στα τοιχώματα των αρτηριών, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες εκδήλωσης εμφράγματος.

Η ομάδα της Moore ανακάλυψε ότι εμποδίζοντας τη δράση ενός microRNA, του miR-33 σε ποντίκια μπορούσε να αυξήσει τα επίπεδα της «καλής» χοληστερόλης εως και κατά 25%. Αυτού του είδους η αύξηση είναι περίπου η αντίστοιχη που επιτυγχάνεται σε ανθρώπους που λαμβάνουν νιασίνη.

Το miR-33 είναι μέλος μιας οικογένειας γονιδίων γνωστών ως SREBP (Sterol Regulatory Element Binding Proteins), που ρυθμίζουν την χοληστερόλη και τα λίπη του αίματος εντός των κυττάρων, όπως εξήγησε ο Anders Naar από το Κέντρο Ερευνών για τον Καρκίνο του Massachusetts General Hospital, που ήταν επικεφαλής μίας εκ των δύο ερευνών που διεξήχθησαν στα ποντίκια.

Σε μία σειρά πειραμάτων η ερευνητική ομάδα του Naar ανακάλυψε ότι το miR-33 μπλοκάρει την πρωτεΐνη ABCA1 που παίζει σημαντικό ρόλο στην δημιουργία της «καλής» χοληστερόλης και στην μεταφορά της εκτός των ιστών και πάλι πίσω σε αυτούς.

Χρησιμοποιώντας μια θεραπεία αδρανοποίησης γονιδίων, γνωστή ως antisense για να αδρανοποιήσουν το miR-33 σε ποντίκια που τρέφονταν με τροφές υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, παρατήρησαν πως παράχθηκαν υψηλότερα επίπεδα HDL χοληστερόλης.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Naar το miR-33 είναι το πρώτο microRNA που βρέθηκε να ρυθμίζει την παραγωγή χοληστερόλης σε ζώα. «Η νέα αυτή γνώση για την ρύθμιση της χοληστερόλης θα μπορούσε να ενημερώσει τις προσπάθειες για την ενίσχυση της HDL χοληστερόλης στα άτομα με καρδιακά νοσήματα», τόνισε ο ίδιος σε δήλωσή του.

Οι αναλυτές θεωρούν πως οι δυνατότητες των φαρμάκων για την ενίσχυση της «καλής» χοληστερόλης στην αγορά ξεπερνούν τα 10 δισεκατομμύρια δολάρια.

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

Πρώτη Παγκόσμια Μελέτη για τη Μεταμόσχευση Αιμοποιητικών Βλαστικών Κυττάρων

Η πρώτη παγκόσμια μελέτη που πραγματοποιήθηκε και αφορά τις μεταμόσχευσης αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων (HSCT - hematopoietic stem cell transplantation), τεκμηριώνει ότι έχουν γίνει παγκοσμίως αποδεκτές ως σύγχρονη θεραπευτική ρουτίνα, με μεγαλύτερη εφαρμογή στις περισσότερο ευκατάστατες χώρε του κόσμου.

Τα αποτελέσματα της μελέτης, που παρουσιάστηκαν από το Παγκόσμιο Δίκτυο για τη Μεταμόσχευση Αίματος και Μυελού (Worldwide Network for Blood and Marrow Transplantation), δημοσιεύονται στο τεύχος της 28ης Απριλίου του Περιοδικού Journal of the American Medical Association.

Αυτή είναι η πρώτη φορά που η τρέχουσα κατάσταση της μεταμόσχευσης αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων τεκμηριώνεται σ’ ένα διεθνές επίπεδο, λένε οι συγγραφείς, με επικεφαλής τον Δρ. Alois Gratwohl, MD, του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Βασιλείας στην Ελβετία. Οι πληροφορίες αυτές, προσθέτουν οι συγγραφείς, «έχουν γίνει αναγκαίες για τη σωστή ενημέρωση των ασθενών και προγραμματισμό της υγειονομικής περίθαλψης».

Κακοήθεις Όγκοι στις Περισσότερες Περιπτώσεις
Η έρευνα έδειξε ότι το 2006 πραγματοποιήθηκαν παγκοσμίως 50.417 μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων (οι ερευνητές εξαίρεσαν ασθενείς που υφίσταντο μεταμόσχευση για δεύτερη ή τρίτη φορά).
Οι κυριότερες ενδείξεις ήταν λεμφοϋπερπλαστικές διαταραχές, αντιπροσωπεύοντας πάνω από τις μισές αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων μεταμοσχεύσεις (54,4%), και λευχαιμίες (33,8%). Άλλες ενδείξεις ήταν συμπαγής όγκοι (5,8%), καλοήθεις διαταραχές (5,1%) και μη συγκεκριμένες ασθένειες (1%).
Ο μεγαλύτερος αριθμός των μεταμοσχεύσεων πραγματοποιήθηκε στην Ευρώπη (24.216 μεταμοσχεύσεις; 48% του συνόλου), όπου για τους σκοπούς της μελέτης συμπεριλαμβάνονται η Τουρκία και το Ισραήλ. Δεύτερη έρχεται η Αμερική (17.875 μεταμοσχεύσεις; 36%), μετά η Ασία (7.096; 14%) και τέλος η Ανατολική Μεσόγειος και η Αφρική (1.230; 2%).
Βλαστικά κύτταρα λαμβάνονται από το μυελό των οστών, από περιφερικό ή ομφαλοπλακουντιακό αίμα, και συλλέγονται από του ίδιους τους ασθενείς (αυτόλογη) στο 57% των περιπτώσεων και από γενετικά διαφορετικά άτομα (αλλογενής) στο 43% των περιπτώσεων.
Οι περισσότερες από τις αυτόλογες μεταμοσχεύσεις πραγματοποιήθηκαν σε Αμερική και Ευρώπη, ενώ οι αλλογενείς είναι πιο συνηθισμένες σε Ασία, Ανατολική Μεσόγειο και Αφρική.
«Ένας συμβατός, συγγενής δότης αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων μπορεί να αποτελεί την πιο αποδοτική πηγή θεραπείας για τους ασθενείς με απλαστική αναιμία, θαλασσαιμία ή βαριά συνδυασμένη ανοσοανεπάρκεια σε μια χώρα, με κάποιους αλλά και πάλι περιορισμένους πόρους», αναφέρουν οι συγγραφείς. Σε αυτές τις περιπτώσεις, προσθέτουν, δεν είναι απαραίτητη η χημειοθεραπεία, όπως θα συνέβαινε για τους ασθενείς με οξεία μυελοειδή λευχαιμία.
Σημειώνουν επίσης ότι το υψηλότερο ποσοστό (52%) των μεταμοσχεύσεων μη συγγενών δοτών, έχει σημειωθεί στην Ιαπωνία. Αυτή η τάση τείνει να καθιερωθεί ως καθημερινή πρακτική. Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι μία Ευρωπαϊκή έρευνα του 2008 δείχνει- για πρώτη φορά- ότι είχαν αναφερθεί περισσότεροι μη συγγενείς δότες αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων παρά συγγενείς. Υπήρξαν επίσης, περισσότερα μοσχεύματα πέραν των συνόρων παρά μέσα σε αυτά, που προσθέτουν ότι «ο τουρισμός βλαστικών κυττάρων έχει γίνει θέμα ανησυχίας».

Ευκατάστατες Χώρες
Στην εν λόγω μελέτη, υπήρξε ένας στενός συσχετισμός μεταξύ ποσοστών μεταμοσχεύσεων αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων και του ακαθάριστου κατά κεφαλήν εθνικού προϊόντος, ο οποίος έχει αναγνωριστεί εδώ και χρόνια, σημειώνουν οι συγγραφείς. Αυτή αποτελεί «μία ακριβή διαδικασία αλλά και μια ουσιαστική επένδυση για έναν ασθενή».
Σημειώνουν, επίσης, ότι σε χώρες με εθνικό εισόδημα λιγότερο από 700$ κατά κεφαλήν, δεν πραγματοποιούνται μεταμοσχεύσεις βλαστικών κυττάρων.
Αν και η εμφάνιση των ασθενειών μεταξύ των γεωγραφικών περιοχών μπορεί να ποικίλει, που μπορεί να σημαίνει ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει την διαφοροποίηση των ποσοστών των HSCT, δεν ελήφθη υπόψη σ’ αυτή την έκθεση, εξηγούν οι συγγραφείς.
Επιπλέον, σημειώνουν, δεν «είχαμε πληροφορίες για την πορεία των μεταμοσχεύσεων ή για την ακρίβεια των αποτελεσμάτων».
«Αυτό είναι πέρα από το σκοπό αυτού του άρθρου και θα απαιτούσε μία πολύ πιο μακράς διάρκειας παρακολούθηση».

Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Οι γυναίκες κάτω των 50 αντιμετωπίζουν κινδύνους λόγω εργασιακού στρες

Το εργασιακό στρες αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων στις γυναίκες κάτω των 50 ετών, όπως υποστηρίζει νέα έρευνα στην οποία συμμετείχαν περισσότερες από 12.000 νοσοκόμες.

Η μελέτη των Δανών ερευνητών, που δημοσιεύεται στο περιοδικό Occupational & Environmental Medicine, καταλήγει στο ότι η πίεση της δουλειάς έχει μεγαλύτερη επίδραση στις νέες γυναίκες σε σχέση με εκείνες που διανύουν την 6η ή 7η δεκαετία της ζωής τους.

Η ίδια έρευνα υποστηρίζει ότι για τις γυναίκες άνω των 50 ετών τα καρδιακά προβλήματα ίσως αναπτύσσονται εξαιτίας άλλων παραγόντων κινδύνου που παίζουν μεγαλύτερο ρόλο.

Υπάρχουν πολλά στοιχεία που δείχνουν τον ρόλο του εργασιακού στρες στην ανάπτυξη καρδιακών παθήσεων στους άνδρες, ως τώρα όμως καμία έρευνα δεν είχε μελετήσει την αντίστοιχη επίδραση του εργασιακού στρες στις γυναίκες.

Στην μελέτη αυτή, οι επιστήμονες ρώτησαν περισσότερες από 12.000 γυναίκες νοσοκόμες ηλικίας 45 – 64 ετών, σχετικά με την πίεση που αισθάνονται στη δουλειά. Στη συνέχεια παρακολούθησαν την κατάσταση της υγείας των γυναικών αυτών για 15 χρόνια φτάνοντας στο 2008.

Έως τότε 580 νοσοκόμες είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο λόγω ισχαιμικής καρδιοπάθειας, συμπεριλαμβανομένων 369 περιπτώσεων στηθάγχης και 138 εμφραγμάτων.

Αφού οι μελετητές συνυπολόγισαν τη συμβολή και άλλων παραγόντων κινδύνου (π.χ. κάπνισμα, διαβήτης), ανακάλυψαν ότι οι γυναίκες που θεωρούσαν την πίεση στη δουλειά τους «Υπερβολικά Υψηλή» είχαν 35% μεγαλύτερες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρδιακή πάθηση, συγκριτικά με όσες ήταν άνετες με το θέμα της πίεσης της δουλειάς.

Όταν όμως διαχώρισαν τα αποτελέσματα με βάση την ηλικία, παρατήρησαν ότι μόνο οι γυναίκες κάτω των 50 επηρεάζονταν σημαντικά.

Οι ερερευνητές από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Glostrup στην Δανία δήλωσαν σχετικά με τα αποτελέσματα: «Φαίνεται πως η επίδραση του εργασιακού στρες έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στις πιο νεαρές γυναίκες. Τα ευρήματά μας συμφωνούν με εκείνα παλαιότερων ερευνών που μελετούσαν τις σχετικές με την ηλικία επιδράσεις σε άνδρες και γυναίκες. Θεωρούμε ότι το στρες προκαλεί μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων στις μεγαλύτερες νοσοκόμες λόγω άλλων παραγόντων κινδύνου που έχουν γίνει πολύ πιο σημαντικοί με το πέρασμα των χρόνων».

Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

Επιστήμονες ανακαλύπτουν νέο «πρωτεϊνικό κλειδί» στη μάχη των ασθενειών του εντέρου

Η χρήση φαρμάκων η δίαιτας για την ενίσχυση μιας πρωτεΐνης που βοηθά τον οργανισμό να αποκαταστήσει τις φυσικές άμυνές του απέναντι στις μολύνσεις του εντέρου, μπορεί να προσφέρει έναν νέο τρόπο αντιμετώπισης για τις μέχρι σήμερα ανίατες παθήσεις του εντέρου όπως η νόσος του Crohn, όπως υποστηρίζουν Ευρωπαίοι ερευνητές.

Ερευνητές υπό την καθοδήγηση του Ινστιτούτου Pasteur της Lille στη Γαλλία, ανακάλυψαν ότι τα χαμηλά επίπεδα της πρωτεΐνης PPAR-gamma, που ρυθμίζει τους αμυντικούς μηχανισμούς που καταστρέφουν τα βακτήρια στο έντερο, μπορεί να καταστήσουν τον οργανισμό λιγότερο ικανό να αντιμετωπίσει τις μολύνσεις της περιοχής αυτής. Έτσι η ενίσχυση των επιπέδων της PPAR-gamma θα μπορούσε να προστατεύει τον οργανισμό από τις ασθένειες αυτές.

Ο Mathias Chamailard, επικεφαλής της έρευνας, σχολίασε σε τηλεφωνική συνέντευξή του στο Reuters πως τα αποτελέσματα δείχνουν πως φάρμακα που χρησιμοποιούνται ήδη για άλλες παθήσεις μπορεί να αποδειχθούν αποτελεσματικά για τη νόσο του Crohn.

Για παράδειγμα το φάρμακο κατά του διαβήτη, Avandia της GlaxoSmithKline (GSK), έχει φανεί να αποκαθιστά τις άμυνες του οργανισμού μέσω της ενεργοποίησης της πρωτεΐνης PPAR-gamma, σύμφωνα με τον Chamailard και με τον ίδιο τρόπο δρα και το Actos της Takeda Pharmaceuticals.

Οι φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου όπως η νόσος του Crohn ή η σπαστική κολίτιδα προσβάλουν περίπου το 0,5% του πληθυσμού του ανεπτυγμένου κόσμου και είναι γνωστές για τη δυσκολία αντιμετώπισης τους. Οι θεραπείες για τις ασθένειες αυτές περιλαμβάνουν και μια ομάδα φαρμάκων που εμποδίζουν την δράση μια φλεγμονώδους πρωτεΐνης, που ονομάζεται παράγοντας νέκρωσης όγκου (tumor necrosis factor). Τέτοιου είδους φάρμακα είναι τα Remicade της Johnson & Johnson και Humira της Abbitt και το Cimzia της UCB.

Ωστόσο όπως επεσήμανε ο Chamailard δεν ανταποκρίνονται όλοι οι ασθενείς στα φάρμακα αυτά, ενώ σε άλλους παύουν να έχουν επίδραση μετά από κάποιο διάστημα.

Η ευρωπαϊκή ερευνητική ομάδα, το έργο της οποίας δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences, χρησιμοποίησε γενετικά σχεδιασμένα ποντίκια ούτως ώστε να έχουν χαμηλά επίπεδα της πρωτεΐνης PPAR-gamma και παρατήρησαν ότι τα ποντίκια αυτά ήταν λιγότερο ικανά να αντισταθούν στις βακτηριακές μολύνσεις του εντέρου εν συγκρίσει με τα φυσιολογικά ποντίκια.

Σε δείγματα που λήφθηκαν από το κόλον ανθρώπων που έχουν διαγνωστεί με τη νόσο του Crohn, οι ερευνητές ανακάλυψαν χαμηλά επίπεδα των αντιμικροβιακών πεπτιδίων που παράγονται από την πρωτεΐνη PPAR-gamma.

Ο Chamailard τόνισε ότι η διατροφή που περιλαμβάνει συζευγμένο λινολεϊκό οξύ (conjugated linoleic acid –CLA) μπορεί επίσης να ενισχύσει την πρωτεΐνη PPAR-gamma ενώ έχει φανεί ότι βοηθάει σε περιπτώσεις κολίτιδας ή σχετιζόμενου με την κολίτιδα καρκίνου.

Το CLA βρίσκεται κατά κύριο λόγο στο γάλα και στα προϊόντα κρέατος.

«Αυτό που μελετάμε τώρα είναι ένας τρόπος να διαχειριστούμε την ασθένεια, όμως στο μέλλον ίσως να μπορέσουμε να αναπτύξουμε έναν τρόπο να την σταματήσουμε», δήλωσε στο Reuters o Chamailard.

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Το θεσμικό πλαίσιο και ο δημόσιος τομέας είναι φλέγοντα θέματα για τον κλάδο των Διαγνωστικών κέντρων όπως προκύπτει από μελέτη της HELLASTAT

Ανθεκτικότητα στην οικονομική κρίση – Το θεσμικό πλαίσιο και ο δημόσιος τομέας φλέγοντα θέματα για τον κλάδο

Ο εγχώριος κλάδος των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας εξετάζεται σε πρόσφατη μελέτη της Hellastat Α.Ε. ( www.hellastat.eu ). Η ανοδική πορεία του κλάδου των διαγνωστικών κέντρων συνεχίστηκε και το 2009, αν και με τάση επιβράδυνσης λόγω της οικονομικής κρίσης, με τους περισσότερους ασθενείς να προβαίνουν στις απολύτως απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις.
Η ανάπτυξη της ιδιωτικής υγείας έχει βασιστεί στην υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεων και στις επενδύσεις απόκτησης σύγχρονου εξοπλισμού. Όμως το 2009 τηρήθηκε –συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια- στάση αναμονής αναφορικά με την υλοποίηση νέων επενδύσεων, καθώς έδωσαν έμφαση στον έλεγχο των δαπανών.
Ο κλάδος λειτουργεί με υψηλότερα περιθώρια κερδοφορίας από τον τομέα της δευτεροβάθμιας υγείας. Έτσι, αρκετά ιδιωτικά νοσοκομεία εισέρχονται στο χώρο των υπηρεσιών διάγνωσης είτε μέσω συνεργασιών, είτε μέσω λειτουργίας εξωτερικών ιατρείων ή εταιρειών πρωτοβάθμιας υγείας εντός των εγκαταστάσεών τους.
Σε θεσμικό επίπεδο, η νέα Κυβέρνηση επανάφερε το Π.Δ. 84/2001 και την επίμαχη διάταξη που καθιστά υποχρεωτική την πλειοψηφική συμμετοχή των γιατρών στο μετοχικό κεφάλαιο. Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε την αντίδραση των επιχειρήσεων του κλάδου, καθώς –σύμφωνα με φορείς- δεν θα μπορούν να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τις ιδιωτικές κλινικές, ενώ η ίδρυση νέων διαγνωστικών κέντρων θα εξακολουθήσει να είναι δυσχερής.
Έτσι, οι εταιρείες που σχεδίαζαν να προχωρήσουν σε απόκτηση ή δημιουργία νέων μονάδων ανέβαλαν τις σχετικές κινήσεις, περιμένοντας να ξεκαθαρίσει το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Τέλος, συνεχίστηκαν οι συνεργασίες με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την ανάπτυξη και προώθηση ειδικών προγραμμάτων χρηματοδότησης, τομέας που αποτελεί βασικό πυλώνα ανταγωνισμού.

Προβλήματα
Πρωταρχικό πρόβλημα για τον κλάδο θεωρείται το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς περιορίζει την ελεύθερη λειτουργία των επιχειρήσεων λόγω της υποχρεωτικής συμμετοχής των γιατρών στο 51% τουλάχιστον του μετοχικού κεφαλαίου. Έτσι, οι όμιλοι που χρησιμοποιούν το μοντέλο ανάπτυξης της αλυσίδας διαγνωστικών κέντρων αναγκάζονται να ιδρύουν μια θυγατρική για κάθε ένα από αυτά, γεγονός που τις επιβαρύνει με σημαντικά διοικητικά έξοδα.
Επιπλέον, προκαλείται ανταγωνιστική υστέρηση έναντι των ιδιωτικών κλινικών, αφού οι τελευταίες έχουν τη δυνατότητα ίδρυσης εργαστηρίων εντός των εγκαταστάσεών τους χωρίς περιορισμούς στη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου.
Η επαναφορά του Π.Δ.84/2001 συνοδεύτηκε από αναστολή έκδοσης / ανανέωσης αδειών για 3 μήνες, με συνέπεια αρκετές εταιρείες να μην μπορούν να λειτουργήσουν προσωρινά και να επωμίζονται σημαντικά έξοδα.
Ακόμα, δεν μπορούν να αποκτηθούν νέα μηχανήματα ιοντίζουσας ακτινοβολίας, αφού η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας ανέστειλε τις συνεδριάσεις της για 6 μήνες. Επίσης, οι αξονικοί τομογράφοι και τα μηχανήματα γ-camera πρέπει να αντικαθίστανται μετά από μια δεκαετία χρήσης, απαγόρευση που ισχύει μόνο για τον ιδιωτικό τομέα.

Προοπτικές
Στη μελέτη της Hellastat αναφέρεται ότι η αξία αγοράς των ιδιωτικών υπηρεσιών πρωτοβάθμιας περίθαλψης θα εξακολουθήσει να ενισχύεται –έστω και με επιβράδυνση εξαιτίας των αρνητικών οικονομικών συνθηκών- λόγω της ανελαστικότητας των δαπανών υγείας.
Πυλώνες διαχρονικής ανάπτυξης αποτελούν επίσης η γήρανση του πληθυσμού, το αρνητικό προφίλ υγείας των Ελλήνων και η χαμηλή ποιότητα υπηρεσιών του δημοσίου τομέα.
Η πιστοποίηση των υπηρεσιών διάγνωσης θα βελτιώσει την εικόνα του κλάδου στο κοινωνικό σύνολο, ενώ θα περιορίσει τη χρήση παλαιού και απαξιωμένου εξοπλισμού.
Οι χαμηλές υποδομές πρωτοβάθμιας υγείας σε γειτονικές βαλκανικές χώρες αποτελούν πρόσφορο έδαφος για είσοδο εγχώριων ομίλων, οι οποίοι έτσι θα κεφαλοποιήσουν το εμπορικό σήμα που έχουν δημιουργήσει στην Ελλάδα σε νέες αγορές.

Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 223 επιχειρήσεων. Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης συνοψίζονται στα εξής:

- Ο Κύκλος Εργασιών του δείγματος το 2008 αυξήθηκε κατά 7,8%, σε €516,11 εκ. Η μέση μεταβολή Πωλήσεων ανήλθε σε 7,3%, με το 72% των επιχειρήσεων να βελτιώνει τον Κύκλο Εργασιών του προηγούμενου έτους.
- Η άνοδος των ΚΠΤΦΑ σε €122,28 εκ. (+2,3% από το 2007) κρίνεται σημαντική δεδομένης της υποχώρησης του περιθωρίου μικτής κερδοφορίας σε 46%. Αντιθέτως, τα συνολικά ΚΠΦ μειώθηκαν κατά 51%, στα €50,90 εκ., λόγω των ζημιών της Euromedica από την αποτίμηση των μετοχών του Ιασώ. Εξαιρουμένης της Euromedica, η κάμψη περιορίζεται σε μόλις 2%. Επισημαίνεται ότι τα αποτελέσματα της Euromedica για τη χρήση 2009 παραμένουν ζημιογόνα λόγω της αναγνώρισης υψηλών αρνητικών επενδυτικών αποτελεσμάτων. Σε επίπεδο ΚΠΤΦΑ παρουσιάζεται βελτίωση της τάξης του 3,6%, στα € 21,1 εκ, (εταιρικό επίπεδο) και € 47,3 εκ., +22% (Όμιλος).
- Η μέση μεταβολή ΚΠΦ για το διάστημα 08/07 διαμορφώθηκε σε 4,7%, αρκετά χαμηλότερα από την τελευταία τριετία (+17,2%), ενώ στο κερδοφόρο τμήμα ανήκει το 85,6% των εταιρειών.
- Τα περιθώρια λειτουργικής και προ φόρων κερδοφορίας μειώθηκαν σε 26,3% και 19,4% αντίστοιχα.
- Η κεφαλαιακή μόχλευση βελτιώθηκε οριακά σε 1,43 προς 1. Οι Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις το 2008 μειώθηκαν κατά 1,7%, αποτελώντας το 34% του Παθητικού.
- Η γενική ρευστότητα σχηματίζεται διαχρονικά σε υψηλά επίπεδα, φθάνοντας το 2008 στο 1,33.
- Ο Εμπορικός Κύκλος διαμορφώθηκε στις -58 ημέρες το 2008 λόγω της παροχής πίστωσης διάρκειας 7 μηνών από τους προμηθευτές.

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2010

Γενετικό τεστ βοηθά στην επιλογή αποτελεσματικής χημειοθεραπείας για ασθενείς με καρκίνο του μαστού

Οι επιστήμονες ανακάλυψαν έναν νέο και απλό τρόπο να εντοπίσουν τους ασθενείς με καρκίνο του μαστού που έχουν περισσότερες πιθανότητες να ανταποκριθούν καλά σε ένα συνηθισμένο είδος χημειοθεραπείας, αλλά και να προβλέψουν ποιοι είναι πιθανότερο να μην ωφεληθούν από την εν λόγω θεραπεία.

Τα ευρήματα, που παρουσίασαν ερευνητές στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Καρκίνου του Μαστού που διεξάγεται στην Ισπανία, σημαίνουν ότι οι γιατροί θα μπορούν να εξετάζουν τους ασθενείς και να τους χορηγούν μια θεραπεία «στα μέτρα τους», αποφεύγοντας έτσι να τους δόσουν φάρμακα που θα έχουν τοξικά αποτελέσματα για τον οργανισμό και κανένα όφελος.

Πραγματοποιώντας μία έρευνα του τύπου meta-analysis, με βάση τα αποτελέσματα τεσσάρων μεγάλων κλινικών δοκιμών για τον καρκίνο του μαστού, οι οποίες διεξήχθησαν με τη συμμετοχή σχεδόν 3.000 ασθενών, οι ερευνητές βρήκαν ότι μία ανωμαλία στο χρωμόσωμα 17, που ονομάζεται CEP17, αποτελεί έναν «σημαντικό δείκτη» για το εάν ο όγκος θα ανταποκριθεί σε χημειοθεραπεία που βασίζεται στις ανθρακυκλίνες.

«Ο στόχος μας ήταν να αναγνωρίσουμε τους ασθενείς στους οποίους οι ανθρακυκλίνες έχουν να δώσουν κάποιο όφελος και να εξασφαλίσουμε ότι η μελλοντική θεραπεία θα αφορά αυτό το σύνολο των ασθενών», δηλώνει ο επικεφαλής της έρευνας John Bartlet από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.

Αφού συνυπολόγισαν παράγοντες σχετικούς με τον όγκο και την θεραπεία του, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι ασθενείς με την ανωμαλία CEP17, όταν ελάμβαναν τις ανθρακυκλίνες, είχαν κατά δύο τρίτα αυξημένες πιθανότητες να επιβιώσουν και να επιβιώσουν χωρίς επανεμφάνιση της ασθένειας, σε σύγκριση με αυτούς που δεν ελάμβαναν ανθρακυκλίνες.

«Τα αποτελέσματα αυτά υποδεικνύουν πως μόνο όσοι φέρουν το CEP17 θα πρέπει να λαμβάνουν τις ανθρακυκλίνες», δηλώνει ο Bartlet. Παράλληλα τα αποτελέσματα προσφέρουν περισσότερα εργαλεία στους ιατρούς προς την κατεύθυνση της εξατομικευμένης ιατρικής σε ότι αφορά στον καρκίνο.

Το CEP17 βρίσκεται στο ίδιο χρωμόσωμα με άλλα γονίδια που είναι γνωστά για τη σύνδεσή τους με τον καρκίνο του μαστού, όπως το HER-2, ενώ μπορεί να εντοπιστεί με απλή εξέταση που χρησιμοποιεί την τεχνική της «In Situ Υβριδοποίησης με Φθορισμό» (Fluorescent In Situ Hybridization) γνωστή και ως FISH. Άλλωστε η εν λόγω εξέταση διεξάγεται τακτικά στους ασθενείς με καρκίνο του μαστού.

Οι ιατροί μπορούν ήδη να χρησιμοποιούν τεστ για να καθορίσουν εάν ο όγκος του μαστού του ασθενούν είναι ευαίσθητος στο οιστρογόνο και άρα ο ασθενής θα επωφεληθεί από τα φάρμακα που αναστέλλουν τις ορμόνες, όπως το tamoxifen.

Ο Bartrlet επεσήμανε ότι καθώς υπάρχει ήδη διαθέσιμο τεστ που εντοπίζει το CEP17, οι ιατροί θα μπορούσαν άμεσα να αρχίσουν να σχεδιάζουν καλύτερα τη χημειοθεραπεία των ασθενών, ανάλογα με τις συνθήκες και τις ανάγκες του καθενός. Ωστόσο τόνισε ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα σε σχέση με το CEP17 ώστε να διαπιστωθεί το έαν μπορεί να «αποκαλύψει» περισσότερα σε σχέση με την ασθένεια.

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

Δοκιμή συστήματος «Τεχνητού Παγκρέατος» δίνει ελπίδα στους διαβητικούς τύπου 1

Επιστήμονες χρησιμοποίησαν ένα «τεχνητό πάγκρεας» μια συσκευή δηλαδή με αντλία και οθόνη για να βελτιώσουν τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα διαβητικών ασθενών, στην πρώτη έρευνα που έδειξε ότι η τεχνολογία αυτή παρουσιάζει καλύτερα αποτελέσματα από τη θεραπεία με συμβατική αντλία.

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Cambridge στη Βρετανία δοκίμασαν τη συσκευή σε 17 παιδιά που έπασχαν από διαβήτη τύπου 1 κατά τη διάρκεια κάποιων διανυκτερεύσεων των παιδιών σε νοσοκομεία και ανακάλυψαν ότι το «τεχνητό πάγκρεας» κρατούσε τα επίπεδα σακχάρου του αίματός τους εντός των φυσιολογικών ορίων στο 60% των εφαρμογών.

Το νέο αυτό σύστημα, που περιλαμβάνει μια οθόνη στο μέγεθος σπιρτόκουτου που εφαρμόζεται στον ασθενή και μία αντιστοίχου μεγέθους αντλία (που επίσης φορά ο ασθενής) που συνδέεται με έναν σωλήνα που μεταφέρει ινσουλίνη στο σώμα του. Η συσκευή όπως παρατήρησαν οι ερευνητές μείωσε κατά το ήμισυ το διάστημα κάτα το οποίο τα επίπεδα ζαχάρου στο αίμα των ασθενών έπεφταν σε πολύ χαμηλά έως επικίνδυνα χαμηλά σημεία.

Οι κατασκευαστές Ιατρικών συσκευών προσπαθούν εδώ και χρόνια να κατασκευάσουν ένα «τεχνητό πάγκρεας» που θα μπορεί να μεταφέρει ινσουλίνη μέσα στο σώμα ασθενών με διαβήτη τύπου 1 ένα αυτοάνοσο νόσημα κατά το οποίο το σώμα καταργεί την ικανότητα του να παράγει ινσουλίνη.

«Οι συσκευές αυτές θα μπορούσαν να μεταμορφώσουν την διαχείριση του διαβήτη τύπου 1, όμως είναι πολύ πιθανόν αυτή η διαδικασία να εξελίσσεται σταδιακά», δηλώνει ο Roman Horvoka επικεφαλής της έρευνας σε τηλεφωνική συνέντευξή του στο Reuters. «Είναι όπως τότε που πρωτοεμφανίστηκαν τα κινητά», εξηγεί ο ίδιος, «η τεχνολογία δεν ήταν πολύ καλή και η λειτουργίες τους ήταν περιορισμένες, και χρειάστηκαν πολλές γενιές (τεχνολογίας) για να φτάσουμε στις συσκευές που έχουμε σήμερα. Το ίδιο πιστεύω ότι θα γίνει και με τη δική μας συσκευή».

Η έρευνα του Πανεπιστημίου του Cambridge που δημοσιεύτηκε στη Lancet, χρησιμοποίησε τεχνολογία της Smiths Medical, μονάδας του Smiths Group, Abbott Diabetes Care, με τη σειρά της μονάδος της Abbott Laboratories και της Medtronic.

Τελικός στόχος των κατασκευαστών είναι να δημιουργήσουν μια συσκευή που να μπορεί να φοριέται από τους ασθενείς μέρα νύχτα, να ελέγχει το ποσοστό ζαχάρου στο αίμα τους πριν κατά τη διάρκεια και μετά από τα γεύματα και να απελευθερώνει την ινσουλίνη που χρειάζεται το σώμα όποτε τη χρειάζεται.

Στην έρευνα η συμβατική αντλία που απελευθερώνει ινσουλίνη σε προκαθορισμένα διαστήματα κατάφερε να κρατήσει τα επίπεδα ζαχάρου στο αίμα των ασθενών εντός των φυσιολογικών ορίων το 40% των εφαρμογών, ενώ το «τεχνητό πάγκρεας» είχε επιτυχία στο 60% των εφαρμογών.

Ο Horvoka χαρακτήρισε τα αποτελέσματα ενθαρρυντικά καθώς οι εφαρμογές των δύο συστημάτων γίνονταν σε νύχτες κατά τις οποίες τα παιδιά είτε είχαν ένα μεγάλο, επιβαρυντικό δείπνο είτε είχαν ασκηθεί, δραστηριότητα που επίσης επηρεάζει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010

Η υπερβολική χρήση του Internet συνδέεται με την κατάθλιψη

Υπάρχει ισχυρός σύνδεσμος μεταξύ της «βαριάς» χρήσης του διαδικτύου και της κατάθλιψης, υποστηρίζουν με μελέτη του Βρετανοί ψυχολόγοι. Η έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Psychopathology, αποκαλύπτει πως το 1,2% των ανθρώπων που μελετήθηκαν ήταν εθισμένοι στη χρήση του διαδικτύου ενώ πολλοί ακόμα είχαν κατάθλιψη.

Η ερευνητική ομάδα από το Leeds University τόνισε ωστόσο πως η χρήση του διαδικτύου και η κατάθλιψη δεν είναι αλληλοεξαρτώμενες και πως οι περισσότεροι χρήστες του Internet δεν υποφέρουν από ψυχικές ασθένειες.

Τα συμπεράσματα των ερευνητών προέκυψαν από τις απαντήσεις 1.319 ατόμων σε online ερωτηματολόγιο. Η «στρατολόγηση» των συμμετεχόντων έγινε μέσω ηλεκτρονικών συνδέσμων σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Τα άτομα που συμμετείχαν ερωτήθηκαν για το πόσο χρησιμοποιούν το Internet (χρονικά) και για τι σκοπούς.

Οι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας 16 έως 51 ετών με μέσο όρο ηλικίας τα 21. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ένας μικρός αριθμός χρηστών είχε αναπτύξει μια εθιστική διαδικτυακή συμπεριφορά, αντικαθιστώντας τις κοινωνικές επαφές της αληθινής ζωής με τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης και τα chatrooms.

Κατέταξαν 18 από τους συμμετέχοντες, το 1,2% ως «εθισμένους στο Internet». Η ομάδα αυτή ξόδευε μεγαλύτερα ποσοστά του χρόνου χρήσης του διαδικτύου στο sex, το τζόγο και σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, συγκριτικά με άλλα γκρουπ χρηστών όπως αυτά προέκυψαν από την μελέτη.

Η επικεφαλής της μελέτης Dr Catriona Morrison δηλώνει σχετικά με την έρευνα στο BBC: «Το Internet αποτελεί πλέον ένα τεράστιο κομμάτι της σύγχρονης ζωής, όμως τα οφέλη του συνοδεύονται και από μία άλλη σκοτεινή πλευρά. Τη στιγμή που πολλοί από εμάς χρησιμοποιούμε το Internet για να πληρώσουμε λογαριασμούς, να αγοράσουμε προϊόντα και να στείλουμε email, υπάρχει μια μικρή υποομάδα του πληθυσμού που δυσκολεύεται να ελέγξει το χρόνο που περνά στο διαδίκτυο, σε τόσο μεγάλο βαθμό που η χρήση του διαδικτύου δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή ζωή των ατόμων της υποομάδας».

Οι εθισμένοι στο Internet είχαν σημαντικά περισσότερη κατάθλιψη απ’ ότι οι υπόλοιποι χρήστες, με τους δείκτες κατάθλιψης να είναι 5 φορές μεγαλύτεροι απ’ ότι για τους μη εθισμένους χρήστες του διαδικτύου.

Ο μέσος όρος των αποτελεσμάτων σχετικά με την κατάθλιψη κατέτασσε τους εθισμένους χρήστες του Internet στα άτομα με μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη.

«Η έρευνά μας δείχνει ότι η υπερβολική χρήση του διαδικτύου συνδέεται με την κατάθλιψη, αυτό όμως που δεν γνωρίζουμε είναι το πιο έρχεται πρώτο: η κατάθλιψη ή η υπερβολή στη χρήση του Internet. Η κατάθλιψη είναι που τραβά τους ανθρώπους στο διαδίκτυο ή η χρήση του διαδικτύου προκαλλεί την κατάθλιψη;», εξηγεί η Dr Morrison και προσθέτει: «Μέλημα μας τώρα είναι να ερευνήσουμε τη φύση της σύνδεσης που αποδείχθηκε και να εξετάσουμε τη σχέση αίτιου και αποτελέσματος μεταξύ των δύο αυτών καταστάσεων».

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Συνδεδεμένες με τον πονοκέφαλο για κάποιους οι ταινίες σε 3D

Κι ενώ το Avatar συνεχίζει να σπάει ταμεία στη χώρα μας ιδιαίτερα στις αίθουσες που υποστηρίζουν 3D τεχνολογία για την τρισδιάστατη εκδοχή του, μία νέα έρευνα Αμερικανών επιστημόνων έρχεται να προβληματίσει το φιλοθεάμων κοινό των τρισδιάστατων ταινιών, αφού σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, αυτού του είδους η διασκέδαση μπορεί να προκαλέσει επίμονο πονοκέφαλο σε κάποιους ανθρώπους.

Την ίδια στιγμή που στο Las Vegas παρουσιάστηκαν οι πρώτες 3D τεχνολογίας τηλεοράσεις, οι επιστήμονες εφιστούν την προσοχή των θαυμαστών του είδους, καθώς για κάποιους ανθρώπους με προβλήματα όρασης, η εκτεταμένη έκθεση στην τεχνολογία αυτή προκαλεί πονοκεφάλους.

«Υπάρχουν άνθρωποι με μικροπροβλήματα όρασης, όπως για παράδειγμα μια μικρή μυϊκή ανισορροπία, τα οποία ο εγκέφαλος ξεπερνά εύκολα και φυσιολογικά υπό κανονικές συνθήκες», εξηγεί ο Dr Michael Rosenberg, καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Northwestern University Feinberg School of Medicine του Chicago.

Παρακολουθώντας όμως μια ταινία 3D ο εγκέφαλος του ανθρώπου εκτίθεται σε μία ολοκαίνουρια αισθητηριακή εμπειρία, πράγμα που κατά τον Dr Rosenberg οδηγεί: «Σε μεγαλύτερη πνευματική προσπάθεια, που προκαλεί εύκολα πονοκέφαλο».

Η Dr Deborah Friedman, καθηγήτρια Οφθαλμολογίας και Νευρολογίας στο University of Rochester Medical Center εξηγεί περαιτέρω: «Οι εικόνες που βλέπετε σε τρεις διαστάσεις στον κινηματογράφο δεν είναι ακριβώς βαθμονομημένες κατά τον ίδιο τρόπο που τα μάτια και ο εγκέφαλός μας είναι. Εάν τα μάτια μας είναι ελαφρώς προβληματικά από την αρχή, τότε αυτή η τεχνική δημιουργεί ένα καινούριο φορτίο που πρέπει να ξεπεράσει ο εγκέφαλός μας».

Η Dr Friedman επισημαίνει ωστόσο πως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν πρόβλημα με τις ταινίες ή και τις τηλεοράσεις 3D αν και ο Dr Rosenberg θεωρεί πως μάλλον το κοινό θα κουραστεί γρήγορα από την πρωτοποριακή αυτή τεχνολογία. Χαρακτηριστικά δηλώνει: «Πιστεύω πως πολλοί άνθρωποι θα πουν ότι είναι πολύ ωραία τεχνολογία, αλλά όχι ιδιαίτερα άνετη».

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2010

Βιολογικά κύτταρα αποκαλύπτουν στοιχεία για τη χημεία του εγκεφάλου

Επιστήμονες σχεδίασαν και ανέπτυξαν βιολογικά κύτταρα που μπορούν να δώσουν πληροφορίες για τη χημεία του εγκεφάλου. Τα κύτταρα, που αλλάζουν χρώμα όταν εκτίθενται σε διαφορετικές χημικές ουσίες, χρησιμοποιήθηκαν για να δείξουν πως δουλεύει ένα είδος φαρμάκων κατά της σχιζοφρένειας.

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ίδια κύτταρα θα μπορέσουν να δείξουν πόσα ακόμα φάρμακα λειτουργούν στον εγκέφαλο. Η έρευνά των επιστημόνων του Πανεπιστημίου του San Diego στην Καλιφόρνια, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Neuroscience.

Η σχιζοφρένεια συνδέεται πιο συχνά με συμπτώματα όπως οι παραισθήσεις και οι ψευδαισθήσεις. Όμως οι ασθενείς με σχιζοφρένεια επίσης καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια για να διατηρήσουν τη συγκέντρωσή τους ή για να θυμηθούν κάτι. Το είδος των φαρμάκων που είναι γνωστά με τον όρο «ατυπικά νευροληπτικά» (atypical neuroleptics) χορηγούνται συχνά στους ασθενείς, εν μέρει διότι φαίνεται να μειώνουν αυτά τα συμπτώματα.

Ωστόσο οι αλλαγές που προκαλούν τα φάρμακα αυτά στην χημεία του εγκεφάλου παρέμενε άγνωστος.

Ήταν γνωστό ότι τα φάρμακα αυτά πυροδοτούσαν την απελευθέρωση μιας μεγάλης ποσότητας του χημικού ακετυλοχολίνη, το οποίο καθιστά δυνατή την επικοινωνία των κυττάρων του εγκεφάλου μεταξύ τους. Από την άλλη όμως τα συγκεκριμένα φάρμακα έχει φανεί πως περιορίζουν τη δραστηριότητα ενός υποδοχέα στην επιφάνεια του κυττάρου που λαμβάνει το μήνυμα περιορίζοντας έτσι και την ικανότητα του να δεχτεί το μήνυμα.

Η ομάδα από το Πανεπιστήμιο του San Diego σχεδίασε βιολογικά κύτταρα –τα οποία ονομάζονται CNiFERs- τα οποία άλλαζαν χρώμα όταν η ακετυλοχολίνη «κούμπωσε» πάνω στους συγκεκριμένους υποδοχείς. Η διαδικασία αυτή και μόνο δεν είχε μέχρι τώρα εντοπιστεί σε ζωντανό εγκέφαλο.

Εμφύτευσαν τα κύτταρα αυτά σε εγκεφάλους ποντικών. Στη συνέχεια διέγειραν ένα σημείο βαθύτερα στον εγκέφαλο κατά τρόπο που ο εγκέφαλος απελευθέρωσε ακετυλοχολίνη σε κοντινά σ’ αυτό σημεία. Τα κύτταρα ανταποκρίθηκαν αλλάζοντας χρώμα και αποδεικνύοντας ότι λειτουργούν.

Οι ερευνητές χορήγησαν στη συνέχεια δύο ατυπικά νευροληπτικά φάρμακα σε δύο ομάδες των ποντικών. Και στη μία και την άλλη περίπτωση τα φάρμακα μείωσαν σημαντικά την ανταπόκριση των CNiFERs. Αυτό υπέδειξε ότι η ιδιότητα των ατυπικών νευροληπτικών να περιορίζουν την λειτουργία του συγκεκριμένου είδους υποδοχέων υπερισχύει της ιδιότητάς τους να αυξάνουν την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης.

Ο ερευνητής Καθηγητής David Kleinfeld τόνισε πως τα νέα κύτταρα έχουν μεγάλες πιθανότητες να αποκαλύψουν τα «μυστήρια» του εγκεφάλου. «Είναι ένας κόσμος συνεχούς ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ των κυττάρων απέναντι στον οποίο ήμασταν ως τώρα τυφλοί», δήλωσε χαρακτηριστικά ο ίδιος.

Η ομάδα των ερευνητών ήδη επανασχεδιαζεί τα CNiFERs ώστε να μπορούν να ανιχνεύσουν εξίσου και τη δραστηριότητα σε άλλους υποδοχείς των κυττάρων.

Ο Paul Corry, από το ίδρυμα Rethink για την ψυχική υγεία σχολίασε σχετικά στο BBC: «Αυτή η έρευνα δείχνει την αξία της έρευνας για την ψυχική υγεία. Φανερώνει νέες λεπτομέρειες που μπορούν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη περισσότερο αποτελεσματικών φαρμάκων κατά της σχιζοφρένειας, που θα φέρουν λιγότερες παρενέργειες που συνδέονται ακόμα και με τα τελευταία ατυπικά φάρμακα. Αυτό από μόνο του θα ωφελούσε εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως. Όμως η έρευνα μας προσφέρει επίσης και μια νέα μέθοδο κατανόησης των λειτουργιών του εγκεφάλου που θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε ένα ευρύ ιατρικό πεδίο».

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Η πρώιμη έναρξη της εμμηνόρροιας συνδέεται με τον αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων

Σύμφωνα με νέα έρευνα οι γυναίκες που ξεκινούν να έχουν έμμηνο ρύση πριν από την ηλικία των 12 ετών έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρδιακά προβλήματα αλλά και να πεθάνουν λόγω καρδιαγγειακών επεισοδίων σε σύγκριση με τις υπόλοιπες γυναίκες.

Βρετανοί ερευνητές που παρακολουθούσαν περίπου 16.000 γυναίκες για περισσότερο από μία δεκαετία, παρατήρησαν στην έρευνά τους ότι οι γυναίκες στις οποίες η εμμηνόρροια έκανε την εμφάνισή της πριν την ηλικία των 12 ετών, είχαν 23% περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν καρδιακά προβλήματα κατά την μέση ηλικία και αργότερα, αλλά και 28% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από προβλήματα του καρδιαγγειακού συστήματος όπως το έμφραγμα ή το εγκεφαλικό, συγκριτικά με τις γυναίκες που ξεκίνησαν την έμμηνο ρύση τους μετά τα 12 έτη.

Όπως παρατηρήθηκε οι γυναίκες αυτές είχαν επίσης 25% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από κάποια μορφή καρκίνου, σύμφωνα με τη δημοσίευση της έρευνας στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism.

Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν πως εντός του ευρύτερου πληθυσμού οι γυναίκες που ξεκίνησαν να έχουν εμμηνόρροια πριν τα 12 χρόνια τους παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά συγκεκριμένων προβλημάτων υγείας και όχι πως ο κίνδυνος αυτός είναι αυξημένος για όλες τις γυναίκες. Όμως όπως επισημαίνουν η Dr Rajalakshmi Lakshman και οι συνεργάτες της στο Cambridge University, η έρευνα θα πρέπει να ευαισθητοποιήσει τις γυναίκες για τη σύνδεση αυτή που παρατηρείται μεταξύ της πρόωρης έναρξης της εμμηνόρροιας και των σοβαρών προβλημάτων υγείας. Η σύνδεση αυτή σύμφωνα με τους ερευνητές πιθανόν να οφείλεται εν μέρει στα αυξημένα ποσοστά σωματικού λίπους που συγκεντρώνονται στις γυναίκες που έχουν έμμηνο ρύση από μικρή ηλικία.

Όπως δήλωσε η Dr Lakshman με email του στο Reuters Health «οι γυναίκες αυτές ίσως χρειάζονται μεγαλύτερη ενημέρωση για τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών και τον έλεγχο του σωματικού βάρους». Όπως πρόσθεσε η ίδια: «Ένα μήνυμα που προκύπτει επίσης από την έρευνα είναι πως η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας από τη μικρή ηλικία μπορεί να είναι σημαντικό όπλο για τη μείωση της πρόωρης εμμηνόρροιας στην επόμενη γενιά καθώς και για τη μείωση των σχετικών μακροπρόθεσμων κινδύνων υγείας».

Παλαιότερη έρευνα είχα συνδέσει την πρώιμη έναρξη της εμμηνόρροιας με τον αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη αργότερα στην ενήλικη ζωή. Η σύνδεση εκείνη φαινόταν να εξηγείται από την υψηλότερους δείκτες μάζας σώματος (Body Mass Index) που παρατηρήθηκε στις γυναίκες με πρόωρη έναρξη της εμμηνόρροιας.

«Εκτός των αυξημένων επιπέδων σωματικού λίπους, δεν υπάρχουν μέχρι τώρα άλλοι παράγοντες που εμπλέκονται στη σύνδεση αυτή», δήλωσε η Lakshman.

Στην έρευνα της συμμετείχαν 15.807 γυναίκες μεταξύ των 40 και των 79 ετών. Στο διάστημα της παρακολούθησης των γυναικών αυτών που για κάποιες διήρκησε έως και 13 χρόνια παρουσιάστηκαν 3.888 περιστατικά καρδιαγγειακών νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένων εμφραγμάτων και εγκεφαλικών. 1.903 γυναίκες πέθαναν κατά το διάστημα αυτό. 640 από αυτές απεβίωσαν εξαιτίας καρδιακών προβλημάτων και 782 λόγω καρκίνου.

Η πρώιμη έναρξη της εμμηνόρροιας παρέμεινε συνδεδεμένη με τις υψηλότερες πιθανότητες εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων και του θανάτου εξαιτίας αυτών ή καρκίνου και μετά το συνυπολογισμό και άλλων παραγόντων που συμβάλλουν στην εμφάνιση των ασθενειών αυτών, όπως η ηλικία, το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος, η άσκηση και το μορφωτικό επίπεδο.

Περισσότερη έρευνα για το ζήτημα είναι αναγκαία προκειμένου να καθοριστεί εάν η πρώιμη έναρξη της εμμηνόρροιας στις γυναίκες αποτελεί κίνδυνο από μόνη της ή απλά αποτελεί μια ένδειξη για την ύπαρξη άλλων παραγόντων κινδύνου όπως για παράδειγμα η παιδική παχυσαρκία, σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα της Dr Lakshman.

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009

Άνδρες και Γυναίκες αντιδρούν διαφορετικά στον κίνδυνο

Με τη χρήση απεικονιστικών μεθόδων του εγκεφάλου σε άνδρες και γυναίκες μια ομάδα Πολωνών επιστημόνων ανακάλυψε πως τα δύο φύλα αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο απέναντι στον κίνδυνο.

Με τη χρήση λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (functional magnetic resonance imaging – fMRI) οι Πολωνοί ερευνητές μελέτησαν την εγκεφαλική δραστηριότητα 40 συμμετεχόντων καθώς αυτοί εκτίθονταν σε ποικίλες εικόνες.

Οι άνδρες επέδειξαν εγκεφαλική δραστηριότητα στην περιοχή που σχετιζόταν με το πώς θα αντιδρούσαν προκειμένου να αντιμετωπίσουν ή να αποφύγουν τον κίνδυνο. Στις γυναίκες από την άλλη η μεγαλύτερη δραστηριότητα παρουσιάστηκε στα συναισθηματικά κέντρα του εγκεφάλου.

Η έρευνα που παρουσιάστηκε στο Radiological Society of North America, βασίστηκε στις 21 μαγνητικές τομογραφίες του εγκεφάλου ανδρών εθελοντών και στις 19 μαγνητικές τομογραφίες γυναικών που συμμετείχαν εθελοντικά στη μελέτη.

Η παρακολούθηση της εγκεφαλικής δραστηριότητας των συμμετεχόντων γινόταν ενόσω τους παρουσιάζονταν εικόνες αντικειμένων και καταστάσεων από την καθημερινότητα. Οι εικόνες αυτές ήταν σχεδιασμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να προκαλούν διαφορετικές συναισθηματικές καταστάσεις.

Οι εικόνες προβάλλονταν σε «δύο γύρους». Κατά την πρώτη διαδοχή εικόνων προβάλλονταν μόνο αρνητικές εικόνες. Κατά τη δεύτερη μόνο θετικές.

Κατά την προβολή των αρνητικών εικόνων οι γυναίκες επέδειξαν εντονότερη και πιο εκτεταμένη δραστηριότητα στον αριστερό θάλαμο του εγκεφάλου. Αυτή είναι η περιοχή που συνδέεται περισσότερο με τα κέντρα του πόνου και της ευχαρίστησης του εγκεφάλου.

Οι άντρες από την άλλη επέδειξαν μεγαλύτερη δραστηριότητα στην αριστερή πλευρά της περιοχής που ονομάζεται νήσος του εγκεφάλου (insula). Η περιοχή αυτή παίζει σημαντικό ρόλο σε λειτουργίες του αυτόνομου νευρικού συστήματος, όπως για παράδειγμα την αναπνοή, τους παλμούς της καρδιάς και την πέψη. Επιπλέον η περιοχή αυτή προετοιμάζει το σώμα ώστε αυτό είτε να τρέξει μακριά από έναν κίνδυνο ή να τον αντιμετωπίσει με σύγκρουση, για την λεγόμενη και «Flight or Fight» αντίδραση (μτφ. Φυγή ή Μάχη).

Ένας εκ των ερευνητών από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Jagiellonian της Κρακοβίας όπου και διεξήχθη η μελέτη, ο Dr Andrzej Urbanik αναφέρει επ’ αυτού: «Η διαφορά αυτή μας δείχνει ότι σε περίπτωση κινδύνου είναι πιο πιθανόν για τους άνδρες παρά για τις γυναίκες να αντιδράσουν».

Διαφορετική όμως αντίδραση εντοπίστηκε και με την επίδειξη των θετικών εικόνων. Οι γυναίκες παρουσίασαν μεγαλύτερη εγκεφαλική δραστηριότητα σε μια περιοχή του οργάνου που συνδέεται με τη μνήμη, ενώ έβλεπαν τις θετικές εικόνες. Η μεγαλύτερη εγκεφαλική δραστηριότητα των ανδρών στην ίδια περίσταση, σημειώθηκε σε μια περιοχή σχετική με την οπτική επεξεργασία των εικόνων.

Ο Dr. Andrzej Urbanik υποστηρίζει ότι οι γυναίκες ίσως να αναλύουν τα οπτικά ερεθίσματα μέσα σε ένα ευρύτερο κοινωνικό περιεχόμενο και να ταυτίζουν τις θετικές εικόνες με μια προσωπική τους ανάμνηση. Αντίθετα οι αντιδράσεις των ανδρών τείνουν να είναι λιγότερο συναισθηματικές.