Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Η ορμόνη λεπτίνη ίσως παίζει ρόλο στην εμφάνιση του Αλτσχάιμερ

Τα άτομα που έχουν υψηλότερα επίπεδα της σχετικής με τον έλεγχο της όρεξης, ορμόνης λεπτίνης, η οποία παράγεται στα λιποκύτταρα, έχουν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν Αλτσχάιμερ ή άνοια, συγκριτικά με άλλους ανθρώπους, όπως υποστηρίζει έρευνα Αμερικανών επιστημόνων.

Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη και είχαν τα υψηλότερα ποσοστά λεπτίνης στον οργανισμό τους, είχαν πολύ λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν Αλτσχάιμερ ή οποιουδήποτε είδους άνοια, συγκριτικά με τα άτομα που είχαν τα χαμηλότερα ποσοστά της συγκεκριμένης ορμόνης.

Οι άνθρωποι με τα υψηλότερα επίπεδα της λεπτίνης στον οργανισμό τους είχαν επίσης μεγαλύτερο όγκο εγκεφάλου (brain volume) στο τέλος της μελέτης, κάτι το οποίο για τους πάσχοντες από Αλτσχάιμερ χάνεται.

Όπως δήλωσε σε τηλεφωνική του συνέντευξη στο Reuters ο Dr Wolfgang Lieb, του οποίου η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της American Medical Association: «Ανακαλύψαμε ότι οι άνθρωποι με υψηλότερα ποσοστά λεπτίνης έχουν κατά βάση λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν Αλτσχάιμερ ή άνοια».

Η ανακάλυψη της λεπτίνης το 1995, έφερε ελπίδες για έναν φυσικό τρόπο αδυνατίσματος. Έρευνες της εποχής έδειξαν πως τα ποντίκια με έλλειψη της συγκεκριμένης ορμόνης έχασαν βάρος. Όμως για τους παχύσαρκους ανθρώπους τα αποτελέσματα της λεπτίνης ήταν μόνο παροδικά.

Η ομάδα του Lieb εξέτασε τη σχέση μεταξύ των συγκεντρώσεων της λεπτίνης στο αίμα και της νόσου του Αλτσχάιμερ καθώς και άλλων τύπων άνοιας σε 785 άτομα από το 1990. Κατά την έναρξη της μελέτης και μέχρι το 1994 κανείς από τους συμμετέχοντες δεν εμφάνιζε σημάδια Αλτσχάιμερ ή άνοιας.

Σχεδόν 200 από αυτά τα άτομα έκαναν επίσης και τομογραφίες εγκεφάλου για να μετρήσουν τον όγκο του εγκεφάλου τους. Έπειτα από κατά μέσο όρο 8 χρόνια και για κάποια άτομα έπειτα από 15 χρόνια, 111 από τους συμμετέχοντες ανέπτυξαν άνοια ενώ 89 συμμετέχοντες είχαν διαγνωστεί με Αλτσχάιμερ.

Από τη μελέτη των δεδομένων η ομάδα ανακάλυψε ότι όσα άτομα στην έναρξη της έρευνας είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα λεπτίνης στο αίμα, είχαν 25% πιθανότητες να αναπτύξουν Αλτσχάιμερ, σε αντίθεση με όσους είχαν ξεκινήσει με τα υψηλότερα ποσοστά λεπτίνης οι οποίοι είχαν μόλις 6% πιθανότητες να αναπτύξουν είτε Αλτσχάιμερ είτε άνοια.

Ανάμεσα σε αυτούς που είχαν κάνει τομογραφία εγκεφάλου, τα άτομα που είχαν υψηλότερα επίπεδα λεπτίνης στον οργανισμό είχαν περισσότερο εγκεφαλικό όγκο στην περιοχή του ιππόκαμπου συγκριτικά με όσους είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα λεπτίνης.

Ο Lieb επεσήμανε ότι εργαστηριακές μελέτες σε ποντίκια έχουν δείξει ότι η λεπτίνη παίζει ρόλο στις γνωστικές λειτουργίες των τρωκτικών. Αυτό σε συνδυασμό με τα νέα ευρήματα υποδεικνύει ότι η λεπτίνη ίσως συμμετέχει πολύ ευρύτερα στις λειτουργίες του οργανισμού και δεν περιορίζεται μόνο στον έλεγχο της όρεξης.

«Ίσως και να είναι αυτό το πιθανό βιολογικό κλειδί που οδηγεί στην ανάπτυξη του Αλτσχάιμερ», τόνισε ο Lieb.

Περιέργως η σύνδεση μεταξύ των επιπέδων της λεπτίνης και της ανάπτυξης της άνοιας στα παχύσαρκα άτομα δεν ήταν στατιστικά σημαντική, αν και τα παχύσαρκα άτομα κάλυπταν μόνο μικρό μέρος των συμμετεχόντων. Ο Lieb εξήγησε πως «Αν και τα παχύσαρκα άτομα τείνουν να έχουν υψηλές συγκεντρώσεις λεπτίνης στο αίμα, πιθανώς αναπτύσσουν ανθεκτικότητα σε αυτήν, κι αυτό ίσως να εξηγεί το συγκεκριμένο αποτέλεσμα».